Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

προτείνει χεὶρ ἐκ χερὸς ὀρέγματα

См. также в других словарях:

  • όρεγμα — ὄρεγμα, τὸ (Α) [ορέγω] 1. (κυρίως για τα χέρια αλλά και για τα πόδια) έκταση, άπλωμα (α. «προτείνει δὲ χεὶρ ἐκ χερὸς ὀρέγματα», Αισχύλ. β. «διὰ τὸ μέγεθος τοῡ ὀρέγματος» εξαιτίας τού ανοίγματος τού βήματος, Αριστοτ.) 2. το να προσφέρει κάποιος… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»